Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Ζητούνται στρατευμένοι της "καπιταλιστικής δημοκρατίας" και της οικονομίας της αγοράς

Περιοδικό Διάπλους

Ζητούνται στρατευμένοι της «καπιταλιστικής δημοκρατίας» και της οικονομίας της αγοράς

Το άρθρο αυτό αναφέρεται στις έρευνες οι οποίες διεξάγονται διεθνώς από ειδικά επιστημονικά ινστιτούτα, από εκατοντάδες ερευνητές με αντικείμενο τη μελέτη των καταστάσεων και συντελεστών που αναφέρονται στη σχέση πολίτη και κράτους, κράτους και πολίτη, με σκοπό την αναζήτηση τρόπων για την ανάπτυξη της τιμιότητας και της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος αλλά και του κράτους προς τον πολίτη, με κύριο διαμεσολαβητικό πεδίο για την ανάπτυξη αυτής της σχέσης την «καπιταλιστική δημοκρατία» (ή νεοφιλελεύθερη δημοκρατία), η οποία είναι δυνατή μόνον πάνω στη βάση της οικονομίας της αγοράς που ο πολίτης και ο εργαζόμενος θα πρέπει να δεχτεί ως τη μοναδική μορφή οργάνωσης και λειτουργίας της οικονομίας προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και του ίδιου.

Στο πνεύμα αυτής της άποψης – ιδεολογίας το Collegium Budapest, υπό την καθοδήγηση του διεθνώς γνωστού Ούγγρου οικονομολόγου (ακαδημαϊκού) Janos Kornai συγκρότησε μια διεθνή ομάδα με πενήντα ερευνητές από 17 «δυτικές» και «ανατολικές» χώρες οι οποίοι (ο καθένας βάζοντας και το δικό του στίγμα) μελέτησαν το πρόβλημα αυτό, με τις πολλαπλές παραμέτρους του, στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Τις μελέτες αυτές, καθώς και την κριτική θεώρησή τους περιλαμβάνει το δίτομο με τον τίτλο Τιμιότητα και εμπιστοσύνη στο φως της μετασοσιαλιστικής μετάβασης, και υπότιτλο : H δημιουργία της εμπιστοσύνης την περίοδο της μετασοσιαλιστικής μετάβασης. (1) το οποίο εν συντομία θα επιχειρήσω να παρουσιάσω, κάνοντας τους δικούς μου σχολιασμούς. Στο βιβλίο αυτό εκπροσωπούνται με μελέτες ερευνητές από τη Βουλγαρία, τις ΗΠΑ, τη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία, τον Καναδά, την Κίνα, την Πολωνία , την Ουγγαρία, το Μεξικό, τη Γερμανία, τη Νορβηγία, την Ιταλία, τη Ρωσία, τη Ρουμανία, τη Σουηδία και την Τουρκία. Πρόκειται για διεπιστημονική έρευνα στην οποία εκπροσωπήθηκαν η πολιτική επιστήμη, η οικονομική επιστήμη, η κοινωνιολογία, η νομική επιστήμη, η ανθρωπολογία και η πολιτική φιλοσοφία. Από τους συντονιστές του έργου θεωρείται ως έλλειψη η μη συμμετοχή σ αυτή την έρευνα της ιστορικής επιστήμης και την ηθικής φιλοσοφίας. Γι αυτό και συνιστούν στους συνεχιστές αυτού του έργου να εξασφαλίσουν και τη συμμετοχή αυτών των πειθαρχιών. 

Το Colegium Budapest ιδρύθηκε το 1991. Ανήκει στην κατηγορία των ερευνητικών ιδρυμάτων τα οποία διεθνώς είναι γνωστά με το όνομα Institute for Advanced Study. Παρόμοια ιδρύματα λειτουργούν στην Ολλανδία, τη Νορβηγία, τη Ρουμανία, τη Σουηδία και αλλού. Ιθύνων νους και μαζί κεντρικό πρόσωπο του Collegium Budapest είναι, όπως είπα, ο Γιάνος Κόρναη, γνωστός διεθνώς από τη δεκαετία του 1960 με σημαντικό ερευνητικό έργο, στο οποίο δεσπόζει το ενδιαφέρον του για το σοσιαλιστικό σύστημα, τη δομή του, τη λειτουργία του και τα προβλήματά του - με ανάλογες δημοσιεύσεις που τον έκαναν να ανεβεί όλη την κλίμακα των επιστημονικών τίτλων, γινόμενος το 1976 Αντεπιστέλλον Μέλος της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών και το 1982 Τακτικό Μέλος της. Το έργο του εκτιμήθηκε και από άλλα ακαδημαϊκά ιδρύματα του εξωτερικού. Ο Κόρναη είναι επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας των Τεχνών και των Επιστημών , και άλλων Ακαδημιών. Είναι κάτοχος και άλλων τίτλων και διακρίσεων. Από τη δεκαετία του 1970 είναι επισκέπτης καθηγητής σε πανεπιστήμια της Δύσης. Για πολλά χρόνια τώρα διδάσκει στο πανεπιστήμιου του Χάρβαρτ ως τακτικός καθηγητής ενώ είναι επισκέπτης καθηγητής σε άλλα πανεπιστήμια. Εξάλλου, από το 1967 μέχρι σήμερα εργάζεται ως διευθυντής του Ινστιτούτου Οικονομικών Επιστημών της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών. Είναι γνωστός διεθνώς κυρίως με τα έργα του: Anti – Εquilibrium, Η έλλειψη (στα αγγλικά μεταφράστηκε με τον τίτλο «Economics of Shortage») και το πρόσφατο βιβλίο του, «Το σοσιαλιστικό σύστημα». ¨Έχει γράψει πάνω από δέκα βιβλία για διάφορα οικονομικά θέματα του υπαρκτού σοσιαλισμού τα οποία έχουν μεταφραστεί σε δεκατρείς γλώσσες σε όλον τον κόσμο, από την Ευρώπη μέχρι την Αμερική, την Ιαπωνία και την Κίνα. (2)

Παραθέτω αυτά τα στοιχεία για τον Γιάνος Κόρναη για να τονίσω δυο πράγματα. Πρώτο τη δέσμευση ενός αναγνωρισμένου διεθνώς επιστήμονα σε ένα ερευνητικό πόρισμα που ανατρέπει όλον τον προηγούμενο σοσιαλιστικό προσανατολισμό του και τον μετατρέπει σε συνειδητό και συνεπή εκφραστή του σύγχρονου καπιταλισμού, τον οποίο εκλαμβάνει ως το αναγκαίο πλαίσιο για τις οποιεσδήποτε προσπάθειες κοινωνικής προόδου, πολύ περισσότερο για τις οποιεσδήποτε προσπάθειες οικονομικής ανάπτυξης κάθε χώρας. Δεύτερο, για να τονίσω το γεγονός ότι η αποδοχή του πορίσματος των αναλύσεων του Κόρναη για τον υπαρκτό σοσιαλισμό ( άλλον σοσιαλισμό ο Κόρναη ούτε γνωρίζει – αναγνωρίζει ως δυνατό) από αριστερούς διανοούμενους καθιστά χωρίς ιδεολογικό και πολιτικό περιεχόμενο τη σοσιαλιστική τους ταυτότητα, με διαφορετική για τον καθένα ιδεολογική ή και πολιτική κατάληξη. 

Έτσι, κάποιοι οδηγούμενοι από αυτή τη διανοητική οδό, κατέληξαν να αποδεχτούν τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία γινόμενοι ακόμα και πολιτικοί εκφραστές της. Άλλοι επιλέγουν να λειτουργούν ως εκφραστές των ανθρωπιστικών αρχών και αξιών τις οποίες ερμηνεύουν και ορίζουν με υπερταξικά κριτήρια, όπως και την έννοια της δημοκρατίας, ενώ ένα μέρος από αυτούς έμμεσα ή και άμεσα στηρίζουν τη κεντροαριστερή νεοφιλελεύθερη πολιτική - με στοιχεία κριτικής. Αυτό αφορά και πρώην μαρξιστές φιλοσόφους, κοινωνιολόγους και κοινωνικούς ψυχολόγους. ¨Έχω υπόψη μου συγκεκριμένες περιπτώσεις, επιστήμονες με τους οποίους συνεργάστηκα ερευνητικά στην Ουγγαρία του Γιάνος Κάνταρ - αποδεχόμενοι όλοι τότε τον λεγόμενο «κανταρικό σοσιαλισμό» με την εσωτερική δυναμική του για μεγαλύτερο εκδημοκρατισμό και εκσυγχρονισμό. Ένα μέρος από αυτούς καλυπτόμενοι πίσω από την ιδεολογική «ουδετερότητα» του ερευνητή, επέλεξαν να συμμετάσχουν σε ερευνητικά έργα που αφορούν την αποτελεσματική λειτουργία του καπιταλισμού και την ιστορική αναπαραγωγή του. Τo Collegium Budapest, όπως και άλλα παρόμοια ιδρύματα, δεν έχουν λόγο να μην αξιοποιούν στο ερευνητικό τους έργο τέτοιους πρώην αριστερούς – ακόμα και πανεπιστημιακούς που για πολλά χρόνια δίδαξαν μαρξισμό. Να λοιπόν με ποιους, και κυρίως με το έργο ποιών θα πρέπει να αντιπαραταχθούν όσοι πιστεύουν στο σοσιαλισμό, με κορυφαίο βέβαια το έργο του Κόρναη Το σοσιαλιστικό σύστημα, αλλά και με τα βιβλία για το οποίο εδώ γίνεται λόγος.

Η δυσκολία αντιμετώπισής τους αφορά περισσότερο εκείνους που επέλεξαν συνειδητά τη μετάβαση από τις θέσεις του μαρξισμού στις θέσεις του φιλελευθερισμού και του νεοφιλελευθερισμού, με δεδομένη, αν και όχι πάντα δηλωμένη σαφώς, τη στράτευσή τους υπέρ της «βελτίωσης» του σύγχρονου καπιταλισμού, δηλαδή υπέρ της αναπαραγωγής του στον ιστορικό χρόνο. 

Το φαινόμενο της μετάβασης από το μαρξισμό στο νεοφιλελευθερισμό, πολλοί αριστεροί επαναστάτες το « ξεπερνούν» με αναφορά στην άποψη περί προδοσίας. Και είναι εύκολο να μιλά κανείς για προδοσία ιδιαίτερα στις περιπτώσεις γνωστών και προβαλλόμενων για δεκαετίες από την αριστερά διεθνώς ως επιφανών μαρξιστών διανοουμένων, όπως συνέβαινε με επώνυμους «διαφωνούντες» μαρξιστές διανοούμενους της Σχολής Βουδαπέστης, στην οποία ωστόσο δεν ανήκε ο Κόρναη. Το δικό του ερευνητικό έργο είχε μια αναγνωρισμένη μοναδικότητα, η οποία όμως δεν τον εμπόδισε να λειτουργεί ομαλά στο καθεστώς Κάνταρ, στον «κανταρικό σοσιαλισμό» - έχοντας την αναγνώρισή του, αφού όπως ανάφερα παραπάνω από το 1967 εργάζεται ως διευθυντής του Ινστιτούτου Οικονομικών Επιστημών της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών. Ο Κόρναη δεν ανήκε στην κατηγορία των διαφωνούντων διανοουμένων. 

Θα μπορούσε λοιπόν κανείς για την περίπτωσή του και για πολλές ανάλογες περιπτώσεις διανοουμένων που «υπηρέτησαν» το σοσιαλιστικό σύστημα, και αμείφθηκαν ανάλογα για αυτή την «υπηρεσία» τους, να μιλήσει για προδοσία. Όμως αυτό θα ήταν μία λάθος εξήγηση της ιδεολογικής ή ακόμα και της πολιτικής μετάλλαξής τους Και για το λόγο ότι το δήθεν εξηγητικό σχήμα της προδοσίας μας «απαλλάσσει» από τον κόπο να αντιμετωπίσουμε τα επιχειρήματα τα οποία προβάλλει ένας τέτοιος επιστήμονας ή και διανοούμενος γι αυτή του την «αποστασία» την οποία, λόγω ακριβώς της λογικής που στηρίζει την επιχειρηματολογία του, που για μας μπορεί να θεωρείται σαθρή, δεν την ζει ως αποστασία, αλλά ως έναν λογικό ίσως και ως ηθικά ορθό τρόπο ουσιαστικής παρέμβασής του στην ιστορική διαδικασία – με δεδομένη μια για πάντα ή «έστω» για το δυνητικά προβλεπτό μέλλον την αναπαραγωγή του καπιταλισμού, τον οποίο και με τη δική του παρέμβαση επιθυμεί και επιδιώκει να «βελτιώσει». 

Οι υποστηρικτές του «εξανθρωπισμένου καπιταλισμού» ή και του «σοσιαλδημοκρατικού καπιταλισμού» αποτελούν μάλλον την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση γι αυτή την κατηγορία των διανοούμενων.. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι οι οποίοι απορρίπτοντας τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού, και ξεπερνώντας τις αυταπάτες τους για τη δυτική δημοκρατία και τον δυτικό ελεύθερο κόσμο, προσπαθούν να διασκεδάσουν την θεωρητική ή και την πολιτική τους αμηχανία κατασκευάζοντας διάφορα θεωρητικά σχήματα. Τέτοια είναι η περίπτωση του Φέρεντς Φέχηρ –και όχι μόνο- ο οποίος μιλά για «το πνεύμα του 1989», χωρίς και ο ίδιος να μπορεί να προσδιορίσει το θεωρητικό και το πολιτικό του περιεχόμενο. Έτσι, μένει μόνον με την πίστη ότι υπηρετεί τα ανθρώπινα ιδεώδη και το φιλελεύθερο πνεύμα της δημοκρατίας – αφού έχει πάρει οριστικά διαζύγιο από τα σοσιαλιστικά – κομμουνιστικά ιδεώδη. Η εικόνα αυτού του πρώην αντιφρονούντα της Σχολής Βουδαπέστης είναι αποτυπωμένη στο κείμενό του με τον τίτλο «Το πνεύμα του 1989 και η αποδόμηση του πολιτικού μονισμού». (3). 

Αξίζει εδώ να ειπωθεί ότι η άποψη του Φέρεντς Φέχηρ ο οποίος αναφερόμενος στη κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού μιλά για την κατάρρευση του μαρξιστικού υποδείγματος, συγκλίνει προς την άποψη του Κόρναη ότι το σταλινικό σύστημα – το οποίο βέβαια και απορρίπτει- είναι το σύστημα του κλασσικού σοσιαλισμού. (4). Με τη διαφορά ότι ο Κόρναη καταλήγει σε αυτή τη θέση ύστερα από μια συστηματική ανάλυση της δομής του σταλινικού συστήματος. Γι αυτό είναι πολύ περισσότερο δύσκολη η απόρριψη του «τελικού» συμπεράσματός του, αφού προηγουμένως θα χρειαστεί να υποβληθεί σε σοβαρή κριτική και να απορριφθεί, με ειδικές αναλύσεις, η εφαρμογή από αυτόν μιας αμφίβολης (μη διαλεκτικής) μεθόδου προσέγγισης και κριτικής των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Και βέβαια για τον Κόρναη και για όσους αποδέχονται τη δική του μέθοδο και τη δική του επιχειρηματολογία, μένοντας πιστοί σε κάποιες γενικές επιστημολογικές αρχές και κανόνες κρίσης, είναι δύσκολο να είναι ακόμα και ηθικά πειστική η απόδοση της μομφής περί προδοσίας. Μολονότι ειδικά για τον Κόρναη ο «κανταρικός σοσιαλισμός» του παρείχε σε πολύ μεγάλο βαθμό, σχεδόν πλήρως, κάθε δυνατότητα για την ανάπτυξη της επιστημονικής του δραστηριότητας. Όπως και σε άλλους πρώην ακαδημαϊκούς μαρξιστές. Βέβαια υπάρχει το ερώτημα αν ο Κόρναη ήταν ποτέ μαρξιστής. Το ερώτημα αυτό θα μπορούσε να τεθεί και για καθηγητές που επί δεκαετίες δίδαξαν μαρξισμό και εξέδωσαν βιβλία στο πνεύμα του μαρξισμού. Όμως και αυτή η άποψη μπορεί να μας βγάλει από το χρέος να ασχοληθούμε με τις σημερινές τους απόψεις και τη σημερινή τους ερευνητική δραστηριότητα σαν και αυτή που απεικονίζεται στο εν λόγο δίτομο.

Η απόρριψη της άποψης του Κόρναη ότι το σταλινικό καθεστώς αποτελεί το κλασικό μοντέλο σοσιαλισμού, είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί εφόσον αντί της δικής του μαθηματικής – λογικής μεθόδου εφαρμόσουμε την διαλεκτική μέθοδο μελέτης του υπαρκτού σοσιαλισμού με ουσιαστική αναφορά και στις παραλλαγές του σταλινικού μοντέλου, όχι για να απορρίψουμε όλα τα αποτελέσματα της ερευνητικής του μεθόδου, όλες τις αναλύσεις του, αλλά για να αναδείξουμε τα προβλήματα του ιστορικού σοσιαλιστικού εγχειρήματος, εντάσσοντάς το μέσα στη διαλεκτική της ιστορίας του σύγχρονου κόσμου. Μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να ανατρέψει την άποψη ότι η κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου υπαρκτού σοσιαλισμού συνιστά την κατάρρευση του μαρξιστικού υποδείγματος σοσιαλισμού, καθώς και την άποψη ότι κανενός είδους σοσιαλισμός δεν είναι εφαρμόσιμος, ακόμα και το μοντέλο του σοσιαλισμού της αγοράς, το οποίο επιχείρησαν να αναπτύξουν οι Ούγγροι. Όμως, αυτό το θέμα δεν είναι του παρόντος να το αναπτύξουμε εδώ. Το θέμα αυτό χρίζει ειδικής μονογραφίας. Και νομίζω ότι έχω κάνει ουσιαστική, κατά τη γνώμη μου, προεργασία η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μια τέτοια προσπάθεια. (5)

Περιορίζομαι λοιπόν στην επιγραμματική παρουσίαση, από τον ίδιο, του αποτελέσματος της δομικής κριτικής του σταλινικού συστήματος, που τον οδηγεί, σύμφωνα με τη δική του λογική στη διατύπωση της θέσης ότι το μοντέλο αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί ως το κλασικό μοντέλο σοσιαλισμού. Ο Κόρναη αποφεύγοντας την ηθική κριτική του σταλινικού συστήματος επικεντρώνει την προσοχή του και τις αναλύσεις του στα δομικά χαρακτηριστικά του, με έμφαση στα στοιχεία που το καθιστούν, κατά τη γνώμη του, από οικονομική άποψη μη λειτουργικό, όχι μόνον για την εποχή μας, αλλά διαχρονικά,. Πράγμα που καθιστά εντελώς λογική την απόρριψή του κατ αρχήν. και διαπαντός. Στην οπτική προσέγγισης των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού ο Κόρναη χρησιμοποιεί τρία γενικά κριτήρια : α) την οικονομική αποδοτικότητα του συστήματος, 2) το ιδεώδες της δημοκρατίας και 3) την ιδέα της ελευθερίας του ατόμου, την οποία συνδέει οργανικά με την ατομική ιδιοκτησία.

Σε μια επιγραμματική διατύπωση ο Κόρναη δίνει τα δομικά χαρακτηριστικά του σοσιαλιστικού (σοβιετικού) συστήματος : α) εχθρική στάση του κομμουνιστικού κόμματος, που ασκεί μονοπωλιακά την εξουσία, προς την ατομική ιδιοκτησία και την αγορά β) υπερίσχυση του συντονισμού (coordination) συλλογικής ιδιοκτησίας και γραφειοκρατίας. (6).Στο αντίποδα αυτού του συστήματος είναι το καπιταλιστικό σύστημα τα χαρακτηριστικά του οποίου διατυπώνονται επιγραμματικά ως εξής: α) πολιτικό σύστημα φιλικό προς την ατομική ιδιοκτησία και την αγορά, β) υπερίσχυση του συντονισμού (coodination)ατομικής ιδιοκτησίας και αγοράς. (7) Η ανάπτυξη αυτών των χαρακτηριστικών στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού συνιστά τη μετάβασή τους στον καπιταλισμό. Από το συνδυασμό αυτών των δυο συστημάτων θα μπορούσε να προκύψει μια μορφή του σοσιαλισμού της αγοράς. Αυτό φαίνεται να πίστευε ο Κόρναι για πολλά χρόνια, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980.

Ο Κόρναη ως διευθυντής του Ινστιτούτου Οικονομικών Επιστημών της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, ως ερευνητής, και ως δημόσιο πρόσωπο από τη δεκαετία του 1960 παρενέβαινε συστηματικά και ουσιαστικά προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης ενός σοσιαλισμού της αγοράς που συνδυάζει το κεντρικό σχέδιο με την αγορά, ενώ στη δεκαετία του 1980 (ή και νωρίτερα) το ειδικό βάρος των παρεμβάσεών του χαρακτηρίζεται από το τονισμό του ρόλου της αγοράς στο ουγγρικό οικονομικό σύστημα. Εξάλλου την περίοδο αυτή διατυπώνει σε γραπτό κείμενό του την κατεξοχήν αστική φιλελεύθερη άποψη ότι η ελευθερία του ατόμου είναι συνυφασμένη με την ατομική ιδιοκτησία. Ωστόσο εξακολουθεί να θεωρείται ως επιστήμονας και διανοούμενος εντός του συστήματος, ωσότου εξακολουθεί να πιστεύει στη βελτίωσή του με τη διατήρηση του σοσιαλιστικού του χαρακτήρα- αν και αυτό στη δεκαετία του 1980 δεν είναι σαφές στο έργο του. Άλλωστε στη δεκαετία του 1980 εμφανίζεται στον τύπο και στη δημόσια ζωή μια πλειάδα θα μπορούσα να πω οικονομολόγων οι οποίοι θεωρούν ως μόνη διέξοδο της ουγγρικής οικονομίας από την κρίση, την ανάπτυξη ενός οικονομικού συστήματος της αγοράς.

Πάντως ο Κόρναη, όπως ήδη έχω πει, δεν ανήκει στην κατηγορία των αντιφρονούντων. Μέχρι το τέλος οι παρεμβάσεις του στις συζητήσεις που γίνονταν για το μέλλον της ουγγρικής οικονομίας, αλλά και για το μέλλον της χώρας διακρίνονταν από την τάση βελτίωσης των υφιστάμενων δομών του σοσιαλιστικού οικονομικού συστήματος, αλλά και θεσμικών ανατροπών, που υπερέβαιναν το σύστημα, για το «καλό» της κοινωνίας, για το συλλογικό και το ατομικό «καλό». Το ερώτημα βέβαια ήταν το περιεχόμενο το οποίο έδινε ο ίδιος και πολλοί άλλοι οικονομολόγοι, αλλά και κάποιοι κοινωνιολόγοι, στην έννοια «καλό». Όμως και η ανάλυση αυτής της κρίσιμης παρατήρησης δεν είναι έργο αυτού του άρθρου.

Στη δεκαετία του 1980 ο Κόρναη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σοσιαλισμός (τον οποίο όπως είπα ταυτίζει με το σοβιετικό, το σταλινικό κατά βάση, σοσιαλισμό) έχει πάψει να είναι το πεδίο παρέμβασής του στην οικονομία και την κοινωνία. Ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να δώσει τη λύση στο κρίσιμο πρόβλημα της οικονομίας και της δημοκρατίας, καθώς και στο πρόβλημα της ελευθερίας των ατόμων. Αυτή η απόλυτη θέση λογικά τον οδηγεί στην αναζήτηση ενός άλλου πεδίου παρέμβασης στην οικονομία, στην κοινωνία ή ακόμα και στην πολιτική – αν και ποτέ δεν ανάπτυξε δημόσια πολιτική δράση. Πάντως δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του στη θέση ενός ερευνητή διανοούμενου κλεισμένο στον εαυτό του. Αισθάνεται την ανάγκη να συνεχίσει να παρεμβαίνει ως επιστήμονας για την ανάπτυξη της οικονομίας, ως αναγκαίας ή και απόλυτης προϋπόθεσης για την προώθηση του συλλογικού και του ατομικού «καλού». Αισθάνεται την ανάγκη να παρέμβει για έναν καλύτερο κόσμο. Αυτός ο καλύτερος κόσμος, «βέβαια», δεν μπορεί να είναι ο σοσιαλισμός. Όμως μπορεί να είναι μια παραλλαγή του σύγχρονου καπιταλισμού.

Είναι, λοιπόν, λογικό ο Κόρναη ως άνθρωπος ο οποίος αισθάνεται το χρέος να παρέμβει για καλύτερες κοινωνικές συνθήκες ζωής των ατόμων και των συλλογικοτήτων να αναζητά τρόπους βελτίωσης του καπιταλισμού – αφού έχει αποκλείσει το σοσιαλισμό, επομένως και την κοινωνική παρέμβαση με σκοπό την υπέρβαση του καπιταλισμού. Όμως δεν επιλέγει να το κάνει αυτό χρησιμοποιώντας κινηματικές μορφές δράσης. Πιστεύει ότι αυτό μπορεί να γίνει με παρεμβάσεις για την ανάπτυξη και την βελτίωση των θεσμών του κράτους, καθώς και για την αλλαγή της συμπεριφοράς του απέναντι στον πολίτη και του πολίτη απέναντι στο κράτος. Πιστεύει ότι στο σύγχρονο καπιταλιστικό κράτος υπάρχουν περιθώρια για τέτοιας τάξεως βελτιώσεις και αλλαγές. Επίσης πιστεύει ότι ο σύγχρονος πολίτης μπορεί ν αναπτύξει μια συμπεριφορά η οποία χαρακτηρίζεται από την τιμιότητα και την εμπιστοσύνη προς το κράτος, εφόσον βέβαια το ίδιο το κράτος συμπεριφέρεται ανάλογα προς τον πολίτη. 

Μάλιστα, πιστεύει ότι αυτού του είδους η αμοιβαιότητα μπορεί να επιδιωχθεί και για τη σχέση επιχειρηματία και εργαζόμενου, εργαζόμενου και επιχειρηματία και γενικά για τη σχέση κεφαλαίου και εργασίας. Αυτό το πνεύμα και αυτή η επιδίωξη διακατέχει όλους τους συγγραφείς του δίτομου, και αυτούς που προηγούμενα είχαν υπηρετήσει με την έρευνα, την εκπαίδευση και τις δημοσιεύσεις τους τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Βάζω κατά μέρος τα προσωπικά προνόμια που μπορεί να έχει κανείς συμμετέχοντας σε μια τέτοια έρευνα και υπηρετώντας έναν τέτοιο σκοπό. Ειδικότερα σε ότι αφορά την ακαδημαϊκή του εξέλιξη. με τις ανάλογες αποδοχές και τα προνόμια. Προτείνω να δεχτούμε για μια στιγμή ότι όλοι όσοι συμμετέχουν σ αυτή την έρευνα το κάνουν ευσυνείδητα, δηλαδή με τη σκέψη και την πεποίθηση ότι έτσι υπηρετούν το συλλογικό καλό, καθώς και το ατομικό καλό όλων των ανθρώπων. Και ότι ειλικρινά νοιάζονται οι χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού να βρουν το δρόμο τους προς την ανάπτυξη, την καθολική ευημερία, τη δημοκρατία και την ελευθερία.

Με δεδομένο, όπως πιστεύουν, ότι η αναφορά στο παρελθόν αυτών των χωρών δεν προσφέρεται για την ανάπτυξη ενός μοντέλου κοινωνίας και οικονομίας που θα τις βάλει σε μια πορεία προόδου, προσφεύγουν στις εμπειρίες του σύγχρονου καπιταλισμού για τον οποίο υποστηρίζουν ότι έχει περιθώρια κοινωνικής προόδου! Τουλάχιστον ένα μέρος από αυτούς; το πιστεύει αυτό ή υποστηρίζει ότι το πιστεύει. Αναζητούν λοιπόν πρότυπα σε χώρες της Δύσης, έξω από το χώρο της κεντροανατολικής Ευρώπης. Ένα μέρος από αυτούς επιλέγει ως πρότυπο τις ΗΠΑ – συνοδεύοντας αυτή την επιλογή με κάποια στοιχεία κριτικής. Ένα άλλο μέρος επιλέγει ως πρότυπο τη Σουηδία. Όλοι αναζητούν τρόπους για την ανάπτυξη ενός ιδιότυπου νεοφιλελεύθερου μοντέλου καπιταλισμού, με δεδομένη την ιδιοτυπία ότι αυτές οι χώρες βρίσκονται στη φάση της μετασοσιαλιστικής μετάβασης. Δεν είναι ακόμα πλήρως κατασταλαγμένες καπιταλιστικές χώρες. Μιλούμε για τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Οι κοινωνίες αυτές έχουν πάψει να είναι σοσιαλιστικές. Κυρίαρχα είναι στα συστήματά τους τα χαρακτηριστικά .του καπιταλισμού. Ωστόσο δεν είναι καθόλα καπιταλιστικές. Είναι κοινωνίες μετασοσιαλιστικές ή κοινωνίες που βρίσκονται σε μια πορεία μετασοσιαλιστικής μετάβασης. 

Διαβάζοντας τις 22 μελέτες του δίτομου, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι οι περισσότερες διακατέχονται από τη σκέψη πως οι κοινωνίες αυτές προσφέρονται για την ανάπτυξη ενός μοντέλου ιδανικού κράτους και ιδανικής λειτουργίας της δημοκρατίας (πολλοί, όπως είπα, αυτό το μοντέλο δημοκρατίας το ορίζουν ως «καπιταλιστική δημοκρατία»), ως χώρος ανάπτυξης μιας ιδανικής σχέσης κράτους; - πολίτη και πολίτη – κράτους. Υπάρχουν όμως και συγγραφείς που αμφισβητούν τη δυνατότητα μιας τέτοιας εξέλιξης, με κύριο επιχείρημα, ότι εξαιτίας των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται το κράτος το οποίο βέβαια δεν χαρακτηρίζεται ως ιδανικό, ούτε η σχέση του προς τον πολίτη είναι ιδανική, δηλαδή ως σχέση η οποία εμπνέεται από τις αρχές και αξίες της τιμιότητας και της εμπιστοσύνης στον πολίτη.. Ωστόσο, όλοι αποδέχονται αυτόν τον κεντρικό στόχο της έρευνας που διεξάγει το Collegium Budapest και στο πνεύμα αυτό μελετούν την κατάσταση σ αυτές τις χώρες και τις προοπτικές τους, προβαίνοντας μερικοί από αυτούς και στη διατύπωση προτάσεων για την επίτευξη αυτού του κεντρικού στόχου. 

Μην έχοντας από που να πιαστούν ή πιστεύοντας ότι δεν έχουν να πιαστούν από κάτι που τους παρέχει το παρελθόν αυτών των χωρών επιλέγουν να λειτουργήσουν με φανταστικά ή με πραγματικά εξιδανικευμένα μοντέλα κοινωνίας και δημοκρατίας. Ωραιοποιούν ακόμα και την δύσκολη μακροχρόνια διαδρομή ανθρώπων που μέσα από αντίξοες συνθήκες μπόρεσαν να ξεπεράσουν την μιζέρια και να φτάσουν να διαθέτουν τώρα τις προϋπόθεσεις για μια οικονομικά αξιοπρεπή ζωή, χάρη στη ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς, π.χ. στις ΗΠΑ. Και το εμφανίζουν αυτό ως ένα θετικό μήνυμα για τους ανθρώπους αυτών των χωρών που υποφέρουν. Μιλούν για μια τέτοια προοπτική με βεβαιότητα, ζητώντας τη συναίνεσή τους και την ενεργό συμμετοχή τους στην ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς.

Γνώρισμα όλων των συγγραφέων αυτού του τόμου είναι ότι επιμελώς αποφεύγουν να μιλήσουν για το κυρίαρχο φαινόμενο της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο στον καπιταλισμό, καθώς και για την ανταγωνιστική σχέση Κεφαλαίου και Εργασίας. Αντίθετα μιλούν με θετικούς όρους για την ομαλή συνεργασία Κεφαλαίου και Εργασίας ως αναγκαίο όρο για την ευημερία των εργαζομένων –αν όχι άμεσα, πάντως οπωσδήποτε προοπτικά. Επίσης αποφεύγουν να μιλήσουν με όρους κριτικής για τη εξαρτημένη μισθωτή εργασία, ενώ πουθενά δεν χρησιμοποιείται ο όρος προλεταριάτο. Φροντίζουν επιμελώς να εισάγουν στη συνείδηση των ανθρώπων την ύπαρξη πλουσίων και φτωχών, ως κάτι το φυσιολογικό και αυτονόητο για την κοινωνία των ανθρώπων. Δεν κάνουν λόγο για την εμπορευματοποίηση των πάντων και την οργανική σχέση αυτού του φαινομένου με το κεφάλαιο, με το κεφαλαιοκρατικό κέρδος. Και «βέβαια» από κανέναν δεν γίνεται λόγος για το καθολικό φαινόμενο της αλλοτρίωσης, πιστεύοντας προφανώς ότι αυτό δεν συνδέεται με την ευημερία των ανθρώπων για την οποία όλοι τους από πεποίθηση πιστεύουν. Αυτή την εντύπωση θέλουν να αφήσουν με τα γραπτά τους στον αναγνώστη. Ας δούμε μερικές από τις πλέον χαρακτηριστικές διατυπώσεις.

Αξίζει να ειπωθεί ότι κανένας από τους ερευνητές δεν ξεπερνά με την εργασία του το θεωρητικό πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος του Collegium Budapest . Στο πλαίσιο αυτό αναπτύσσουν τις διαφορετικές τους εκτιμήσεις για την κατάσταση στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, καθώς και τις προτάσσεις τους για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εμποδίζουν την ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς και της δημοκρατίας.
Το θεωρητικό πλαίσιο του προγράμματος λαμβάνει υπόψη το διάλογο που ακολούθησε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης για τον τρόπο πραγματοποίησης της μετάβασης στη δημοκρατία δυτικού τύπου και για την ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς, με ειδική αναφορά στις δυο κυριότερες μεθόδους , την μέθοδο της θεραπείας –σοκ και την μέθοδο του grandualismus. Πολλοί οικονομολόγοι υποστήριζαν ότι χρειάζεται να προχωρήσουν στη μαζική ιδιωτικοποίηση η οποία θα πλήξει δια παντός την κεντρική διεύθυνση και το παλιό σύστημα έλεγχου. Άλλοι πάλι υποστήριζαν ότι πριν προχωρήσουν στις ιδιωτικοποιήσεις θα χρειαστεί να υπάρξει μια νομοθετική μεταρρύθμιση με σκοπό τη δημιουργία των θεσμών για τη μετάβαση στη δυτικού τύπου δημοκρατία και στην οικονομία της αγοράς.(8) Οι εκφραστές αυτής της άποψης υποστήριξαν ότι «η οικονομία της αγοράς μπορεί να είναι λειτουργική μόνον εφόσον έχει δημιουργηθεί το αναγκαίο πλαίσιο του κράτους δικαίου. το οποίο εγγυάται την ασφάλεια της ιδιοκτησίας και την ελεύθερη λειτουργία της αγοράς». (9) Η εξασφάλιση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των παικτών της αγοράς αποτελεί οργανικό στοιχείο μιας τέτοιας μεταρρύθμισης, καθώς και η εξασφάλιση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης κράτους – πολίτη και πολίτη- κράτους, επιχείρησης και εργαζόμενου, εργαζόμενου και επιχείρησης, υιοθετώντας την παρατήρηση του Πούτμαν ότι «... η σωστή λειτουργία των θεσμών όσο καλά κι αν είναι οργανωμένοι προϋποθέτει την ύπαρξη μιας πρωταρχικής κοινωνικής εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντί τους. Η αποτελεσματική λειτουργία των θεσμών είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα κοινωνικής εμπιστοσύνης». (10) Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι η αξία αυτής της γενικά ορθής παρατήρησης κρίνεται από το βαθμό που εξυπηρετεί τη μετάβαση στον καπιταλισμό και την εδραίωσή του πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και συνειδησιακά στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Αυτό ποτέ δεν πρέπει να το ξεχνά η αριστερά που παρεμβαίνει σε θέματα θεσμικής μεταρρύθμισης

Και για το λόγο αυτό ο Brucke Ackerman εμφανίζει ως αρνητικό συντελεστή τη « μαρξιστική άποψη για την ηθική αποτυχία του φιλελεύθερου ατομικισμού» η οποία (άποψη) «πρέπει να καταπολεμηθεί» (11) Όμως, αυτό προϋποθέτει την εξάλειψη των αιτίων που στηρίζουν αυτή την άποψη. Ο συγγραφέας τεκμηριωμένα αναφέρεται στην αντίθεση ιδεών και πραγματικότητας στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμό χωρίς βέβαια να προχωρεί στην ανάλυση των βαθύτερων αιτίων του φαινομένου που έχουν να κάνουν με τον καπιταλισμό, την ανάπτυξη του οποίου προωθεί με το έργο του το Collegium Budapest.

. Πάντως και από αυτή την εργασία δημιουργείται η εντύπωση ότι τα φαινόμενα του ατομικισμού μπορούν να αντιμετωπιστούν με την προώθηση της συλλογικότητας στη βάση της συνεργασίας κράτους και πολίτη, επιχείρησης και εργαζόμενου. Και ο Έκερμαν πιστεύει (ή κι αυτός υποκρίνεται ότι πιστεύει;) πως, μπορεί στη βάση του σύγχρονου καπιταλισμού, να υπάρξει υπερταξικό κράτος, υπερταξικοί θεσμοί, υπερταξική δημοκρατία, οικονομικό σύστημα που να λειτουργεί με όρους συλλογικού συμφέροντος Είναι, λοιπόν, απαραίτητη η καταπολέμηση του μαρξισμού, που υποστηρίζει ότι «η καπιταλιστική δημοκρατία είναι ένας ψυχρός ανηλεής χώρος, όπου οι ατομικοί ιδιοκτήτες εφαρμόζουν στην πολιτική χωρίς οίκτο τα συμφέροντά τους, χωρίς να νοιάζονται για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ανθρωπιά» (12) 

Ωστόσο το ερευνητικό πρόγραμμα του Collegium Budapest επιτρέπει την έκφραση διαφορετικής άποψης Έτσι ένας άλλος ερευνητής, ο Mueller John, υποστηρίζει ότι δεν βρίσκει τίποτα το μεμπτό σ αυτή την άποψη. Μόνον ένας τρελός, λέει, μπορεί να σκέφτεται διαφορετικά. Η δημοκρατική πολιτική γεννά κυνισμό και είναι βλακεία να υποθέσει κανείς, ότι οι ελεύθεροι άνθρωποι θα θυσίαζαν τα συμφέροντά τους για το κοινό καλό. Το μόνο πλεονέκτημα της δημοκρατίας είναι ότι επιτρέπει σε κάθε συμφέρον να συμμετάσχει στη μεγάλη μάχη (συμφερόντων – Θ.Β.). (13) 

Την ίδια άποψη υποστηρίζει και ο John Hardin λέγοντας ότι ο κυνισμός χαρακτηρίζει την καθημερινότητα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Παραδέχεται ότι μπορεί να υπάρχουν «παίχτες» με ανώτερα πολιτικά ιδεώδη, όμως δεν θεωρεί σοβαρή αυτή τη δυνατότητα. Αμφισβητεί την εξύμνηση της αστικής δημοκρατίας. Παραδέχεται ότι στην αστική δημοκρατία όλα τα συμφέροντα μπορούν να διεκδικήσουν «ένα κομμάτι από την πίτα», αλλά και ότι για τους φτωχούς μένουν μόνον τα ψίχουλα από το τραπέζι. Δεν θεωρεί αβάσιμη τη μαρξιστική κριτική για την ταξικότητα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ωστόσο, απορρίπτει, μαζί με τον Mueller, ως ανεδαφική την άποψη των μαρξιστών για την ανατροπή της, για την ανατροπή του καπιταλισμού με το επαναστατικό σύνθημα: Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε.. Θα χάσετε μόνον τις αλυσίδες σας. «Πεποίθησή του Mueller, είναι – γράφει ο Έκερμαν- ότι η σύγχρονη δημοκρατία είναι αξιοπρόσεχτα ισχυρή, παρά τον κυνισμό που αναπαράγεται μέσα από την καθημερινή ρουτίνα. Κι οι δύο φέρουν ως παράδειγμα την Αμερική για να στηρίξουν την άποψή τους αυτή» Λένε ευθαρσώς ότι « η χώρα αυτή αποτελεί κλασική περίπτωση εγωιστικής corporativ (συντεχνιακής) δημοκρατίας,». (13) Κι όμως παρόλα αυτά ως τώρα παραμένει σταθερή».(14), ακόμα κι αν δεχτούμε ότι στην καθημερινή λειτουργία της αναπαράγει τον κυνισμό.

Γνώρισμα του δίτομου λοιπόν που εδώ εκτιμούμε και σχολιάζουμε, μαζί και το έργο του Collegium Budapest, είναι ότι δίνει χώρο και σε ερευνητές οι οποίοι δεν ωραιοποιούν την καπιταλιστική πραγματικότητα, υιοθετώντας ακόμα και μέρος των μαρξιστικών αναλύσεων και επισημάνσεων, αρκεί να αμφισβητούν την δυνατότητα ανατροπής του καπιταλισμού και να αποδέχονται την άποψη για τη βελτίωσή του.

Σχολιάζοντας με έναν σκωπτικό τρόπο τις μελέτες – άρθρα αυτού του δίτομου θα μπορούσαμε να πούμε ότι η φιλοσοφία τους μπορεί να χαρακτηριστεί με τη φράση: Καπιταλισμός (αστική δημοκρατία) με κυνισμό ή χωρίς κυνισμό καπιταλισμός (αστική δημοκρατία) να είναι.. ‘H: καπιταλισμός με διαφθορά ή χωρίς διαφθορά καπιταλισμός να είναι. Και θα πρέπει να πω ότι στο δίτομο παρέχεται μεγάλος χώρος για τις μελέτες που ασχολούνται με το φαινόμενο της διαφθοράς, το οποίο όπως διαπιστώνουν όλοι, χαρακτηρίζει τη ζωή στις λεγόμενες μετασοσιαλιστικές κοινωνίες. Πιστεύουν, όμως, (ή απλώς υποστηρίζουν) ότι με την ανάπτυξη της αστικής δημοκρατίας το φαινόμενο αυτό μπορεί να περιοριστεί δραστικά, προβάλλοντας ως πρότυπα χωρών τις ΗΠΑ ή τη Σουηδία - ανάλογα με το συγγραφέα(15). 

Βέβαια, σε ότι αφορά την οικονομία της αγοράς υπερισχύει η αναφορά στις ΗΠΑ. Γι αυτό υποβάλλεται από τον Έκερμαν στην κριτική η άποψη των Hardin και Mueller με το εξής σκεπτικό: «Κι αν ακόμα υποθέσουμε ότι οι καθηγητές Hardin και Mueller έχουν δίκιο όσον αφορά την ανάλυση της αμερικανικής πολιτικής ζωής και πάλι υποπίπτουν στο λάθος της ασυνέπειας (προφανώς όσον αφορά το σκοπό του προγράμματος του Collegium Budapest – Θ.Β.) όταν με το αμερικανικό παράδειγμα περιγράφουν τον κίνδυνο του κυνισμού στο μετακομμουνιστικό κόσμο», για να προσθέσει αμέσως: «Οι αμερικανοί εργαζόμενοι για πολλές γενιές διαπιστώνουν τα πλεονεκτήματα της ελεύθερης οικονομίας. Κι αν ακόμα τους έμμειναν μόνον τα ψίχουλα από το τραπέζι των κεφαλαιοκρατών, τα ψίχουλα αυτά αποτέλεσαν έναν ωραίο σωρό στην πορεία των αιώνων, γι αυτό όλος ο κόσμος ζηλεύει το εισόδημα της μέσης αμερικανικής οικογένειας. Έτσι, κι αν ακόμα οι αμερικανοί συμπεριφέρονται με κυνισμό απέναντι στο δημοκρατικό και καπιταλιστικό τους σύστημα, μπορεί να τους καταλάβει κανείς που δεν θέλουν να σφάξουν την κότα η οποία γεννά χρυσά αυγά......»! (16). 

Ωστόσο δεσπόζουσα ιδέα του δίτομου είναι ότι για να μπορέσουν οι «μετασοσιαλιστικές κοινωνίες» να ξεπεράσουν τους δύσκολους καιρούς που περνούν θα χρειαστεί να εγκαταλείψουν τον κυνισμό τους απέναντι στην οικονομία της αγοράς, απέναντι στους θεσμούς της δημοκρατίας.. Όμως, αυτό δεν αρκεί. Απαιτείται η συνειδητή ενεργός στήριξή της από το λαό:: «Η ουσία όσων υποστηρίζω μπορεί να συνοψιστεί στη φράση. Η δημοκρατία έχει ανάγκη από στρατευμένους πολίτες για να ξεπεράσεις την κρίση της» (όπ.π.) .

Μιλά βέβαια εδώ ο ¨Εκερμαν, όπως και όλοι οι συγγραφείς του δίτομου, για την αστική δημοκρατία , την «καπιταλιστική δημοκρατία» (αυτός ο όρος χρησιμοποιείται, όπως έχω πει, από πολλούς- Θ.Β.), καθώς και για στρατευμένους πολίτες αυτής της δημοκρατίας, αλλά και του συστήματος της οικονομίας της αγοράς, που τη μόνη υπόσχεση την οποία μπορεί να δώσει στους εργαζόμενους είναι τα ψίχουλα από το τραπέζι των κεφαλαιοκρατών! 

Είναι απορίας άξιο, τουλάχιστον από ηθική – ανθρωπολογική άποψη, ότι στην εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού έχουν ταχθεί εκατοντάδες ερευνητές, ακαδημαϊκοί επιστήμονες, ανάμεσά τους και πρώην μαρξιστές ή «έστω» άνθρωποι που επί πολλά χρόνια έχουν διδάξει μαρξισμό στις σοσιαλιστικές χώρες. Μελετούν αυτές τις κοινωνίες για να βρουν τρόπους εφαρμογής του τριπλού στόχου του προγράμματος του Collegium Budapest, με δεσπόζον διευθύνον πρόσωπο τον ακαδημαϊκό Γιάνος Κόρναη.: α) την ανάπτυξη επιχειρημάτων που σκοπό έχουν να πείσουν τους πολίτες, τους εργαζόμενους αυτών των χωρών ότι η οικονομία της αγοράς και η αστική δημοκρατία είναι η μοναδική τους επιλογή, β) ότι είναι δυνατή η ανάπτυξη ενός ανθρωποκεντρικού συστήματος της οικονομίας της αγοράς, ενός ανθρωποκεντρικού καπιταλισμού και μιας συμμετοχικής καπιταλιστικής δημοκρατίας στις «μετασοσιαλιστικές» τους κοινωνίες, με όχημα την ανάπτυξη της αμοιβαίας εμπιστοσύνης κράτους – πολίτη και πολίτη - κράτους και γ) ότι για το σκοπό αυτό καλούνται οι πολίτες, οι εργαζόμενοι. να στρατευτούν συνειδητά Αυτό είναι το νόημα της κεντρικής έννοιας του «κοινωνικού κεφαλαίου» η οποία διαπερνά όλα τα άρθρα των συγγραφέων του δίτομου, χωρίς ωστόσο να ξεχνούν τη θέση του Πούτμαν ότι οι υφιστάμενες συνθήκες ζωής επηρεάζουν τη στάση των ανθρώπων απέναντι στους θεσμούς, τη δυναμική και το περιεχόμενο του κοινωνικού κεφαλαίου.

Πάντως, σχεδόν από όλους θεωρείται βέβαιο ότι για πολύν καιρό ακόμα η φιλελεύθερη (αστική) δημοκρατία δεν μπορεί να βρει πολλούς στρατευμένους υποστηρικτές. Ωστόσο, υπάρχουν κείμενα τα οποία υποστηρίζουν ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει κάνει μεγάλα βήματα σ αυτές τις χώρες. Οι αμφιβολίες εστιάζονται περισσότερο στο θέμα της οικονομικής ανάπτυξης αυτών των χωρών και των οικονομικών προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι, καθώς και στη στάση των θεσμών, των δημόσιων υπηρεσιών απέναντι στους πολίτες.. ¨Ετσι οι «απαισιόδοξοι» αυτού του ερευνητικού προγράμματος εκφράζουν την αμφιβολία αν το νέο καθεστώς αξίζει τη στράτευσή τους.

Η σημαντικότερη πρόκληση στην οποία αναφέρονται πολλοί συγγραφείς αυτού του δίτομου είναι πώς θα μπορέσει το σύστημα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, δημιουργώντας μια κλίμακα αξιών με βάση την οποία οι πολίτες συντάσσονται με το σύστημα, επειδή αυτό το αξίζει. «Οπωσδήποτε, γράφει ο Έκερμαν, πρέπει να δημιουργήσουμε τους θεσμούς που μπορούν να πείσουν το μέσο πολίτη να παρέμβει ενεργά στη λειτουργία της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Σχετικά με αυτό το θέμα οι δυο τόμοι περιέχουν αξιοπρόσεκτες, καινοτομικές προτάσεις. Η διανοητική ενέργεια των συγγραφέων στα επόμενα χρόνια θα επηρεάσει μάλλον προτρεπτικά την προσπάθεια για εποικοδομητική πολιτική δράση. Ο χρόνος θα δείξει. Η πρόοδος επιζητά την στράτευση εκατομμυρίων ανδρών και γυναικών – ιδιαίτερα στο χώρο εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.(οι χώρες της κεντρικής- ανατολικής Ευρώπης δεν είχαν μπει ακόμα στην Ενωμένη Ευρώπη – Θ.Β.) Χωρίς στρατευμένους πολίτες καμιά κοινωνία δεν μπορεί να πραγματοποιήσει το φιλελεύθερο δημοκρατικό μετασχηματισμό». (17)

Διαβάζοντας αυτές τις φράσεις δεν πρέπει να μας διαφεύγει η ουσία ότι η παρότρυνση προς τους επιστήμονες που συντάσσονται με το ερευνητικό πρόγραμμα του Collegium Budapest το οποίο περνά σε μια νέα φάση, αποσκοπεί στην ανάπτυξη και την αποτελεσματικότερη λειτουργία του οικονομικού συστήματος της ελεύθερης αγοράς και της καπιταλιστικής δημοκρατίας. Και είναι αυτό το μέτρο και το νόημα της έννοιας της προόδου για την οποία εδώ γίνεται λόγος. 

Πάντως, πρόκειται για ένα ερευνητικό πρόγραμμα με πολλές πλευρές που απεικονίζεται και στη θεματική των περιεχομένων του δίτομου, που μας επιτρέπουν να διαμορφώσουμε μια γενική εικόνα για τα πεδία παρέμβασης των ερευνητών που συντάσσονται με αυτό.


ΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ του δίτομου:

ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ. Μέρος πρώτο: Κοινωνικό κεφάλαιο και δημοκρατική μετάβαση

1. Κοινωνική εμπιστοσύνη και κυβερνητική τιμιότητα στο μηχανισμό αιτίου – αιτιατού
2. Τιμιότητα, εμπιστοσύνη και κανόνες δικαίου στο δημοκρατικό μετασχηματισμό

Μέρος δεύτερο : Η εμπιστοσύνη και ο επιχειρηματικός κόσμος
3. Η μέτρηση της εμπιστοσύνης σχετικά με την αλλαγή συστήματος: τα αποτελέσματα 26 μεταβατικών οικονομιών
4. Ο άτυπος χρηματιστηριακός τομέας στη Ρωσία
5. Πως διαμορφώνεται η εμπιστοσύνη στις οικονομικές σχέσεις, με τους θεσμούς και τα άτομα να είναι αμοιβαία καχύποπτα
6. Η δημιουργία της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους επιχειρηματικούς παρτενέρ : η περίπτωση της Ρωσίας
7.Ο επιλεκτικός (selective) ρόλος της κρατικής αρχής στη ρωσική οικονομία : συζητήσεις για τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και καταλήψεις επιχειρήσεων
8. Η μετοίκιση της μαφίας
9. Ό,τι είναι πέρα από τι δικαιακό εξαναγκασμό : η διεύθυνση των χρηματιστηριακών αγορών στην Κίνα και τη Ρωσία 

Μέρος τρίο : Εμπιστοσύνη, συνεργασία και επιτυχία
10. Δημιουργία δικτύων εμπιστοσύνης σε αβέβαιους καιρούς : η περίπτωση των μεταβατικών οικονομιών στο φως των κοινωνικοψυχολογικών ερευνών
11. Η επιτυχία που τυφλώνει : κοινωνιοψυχολογικά εμπόδια στο δρόμο που οδηγεί στην οικονομία της αγοράς στην Ανατολική Ευρώπη


ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ.. Μέρος πρώτο: Εμπιστοσύνη και θεσμική μεταρρύθμιση
1. Η συμμετοχή της κοινής γνώμης στη σταθεροποίηση της δημοκρατίας στην Ουγγαρία και την Πολωνία
2. Ουδέτεροι θεσμοί: οι εμπειρίες σχετικά με την κυβερνητική εμπιστοσύνη στην Ανατολική Ευρώπη
3. Διαφάνεια (atvilagitas : μέθοδος αποκομμουνιστικοποίησης- Θ.Β.) και κυβερνητική φερεγγυότητα. Μελέτη της εμπειρίας από τις χώρες της ανατολικο – κεντρικής Ευρώπης

Μέρος δεύτερο: Η διαφθορά και η αιχμαλωσία του κράτους 

4. Ενοιoλογικά και πρακτικά ζητήματα της πολιτικής διαφθοράς
5.Ανισόβαρος επηρεασμός
6. Οι επιδράσεις του κατόχου κρατικής θέσης: Τεκμήρια από περιοχές της Ρωσίας
7. Ρυθμίσεις και διαφθορά στην περίοδο μετάβασης στη φαρμακαγορά της Ρωσίας
8. Η έλλειψη κινήτρων: διαφθοράς, αντιδράσεις στη διαφθορά

Μέρος τρίτο. Μετάβαση και δημοκρατία
9. Μετάβαση στην επιχειρησιακή δημοκρατία
10. Στάσεις (attitudes) σχετικά με τη δημοκρατία και τον καπιταλισμό
11. Και τώρα, ας ακούσουμε τα κακά νέα







Σημειώσεις

1. Kornai Janos, Bo Rothstein,Susan Rose – Ackerman (Επιμελητές του βιβλίου): Tisztesseg es bizalom a posztszocialista atmenet fenyeben, A tarsadalmi bizalom megteremtese a posztszocialista atmenet idoszkaban Nemzeti Tankonyvkiado Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων).Budapest,2005.
2. Περισσότερα για το έργο του Κόρναη μπορεί να βρει ο αναγνώστης στην «Εισαγωγή στο έργο του Kornai” του Στέργιου Μπαμπανάση στο βιβλίο του Κόρναη Όραμα και πραγματικότητα, Κράτος και αγορά. Εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα 1993.
3. Εκδόσεις Ύψιλον/ Βιβλία, 2005 
4. Όπ.π σελ. 62
5. Βλέπε το βιβλίο μου Η Αριστερά χθες, σήμερα, αύριο, καθώς και το άρθρο μου με τον τίτλο Είναι ο σοσιαλισμός ιστορική αναγκαιότητα; (περιοδικό Διάπλους ,τεύχος 16- Οκτώβριος – Νοέμβριος 2006), καθώς και τη μελέτη – ομιλία μου με τον τίτλο Σκέψεις για την αυτονομία του σοσιαλιστικού συστήματος στο σεμινάριο της Εταιρίας Νίκος Πουλαντζάς Ο σοσιαλισμσός στον 21- ο αιώνα (Μάιος – Ιούνιος 2007 
6.Kornai Janos, A gondolat erejevel. Rendhagyo oneletraiz ( Με τη δύναμη της σκέψης. Παράταιρη αυτοβιογραφία). Εκδόσεις Osiris kiado Budapest, 2005, σελ. 389. Αναλυτική κριτική παρουσίαση αυτών των χαρακτηριστικών υπάρχει στο βιβλίο του Kornai Jάnos, Α szocialista rendszer (Το σοσιαλιστικό σύστημα),έκδοση HVG kiadόi Rt, Budapest, 1993. Πρωτοεκδόθηκε στα αγγλικά, Jάnοs Kornai,The Socialist System.The Political Economy of Communism. Oxford University Press, 1992. Printeson University Press,1992. 
7. Όπ. π.
8. Αναλυτικά για το θέμα αυτό βλέπε Kornai Janos What the Change of system from Socialism to Capitalism.Does and Does Not Mean. Jurnal of Economic Perspectives, 14 : 27- 42
9. Kornai Janos,Bo Rothstein,Susan Rose- Ackerman, Tisztesseg es bizalom a posztsocialista atmenet fenyeben (Τιμιότητα και εμπιστοσύνη στο φως της μετασοσιαλιστικής μετάβασης) Nemzετi Tankonyvkiado, 2005, σελ.21- 24.
10. Όπ. π. σελ. 24.Putman Robert,1993.Making Democrasy Work Civic Traditions in modern Italy.Princeton NI.Princeton University Press
11. όπ π. . 2-ος τόμος σελ. 238. Το κείμενο του Άκερμαν γράφτηκε το 2005
12. Όπ.π. σελ. 239
13. Όπ. π. 
14..Όπ.π
15. Στην πραγματικότητα βέβαια δεν υπάρχουν αυτές οι δυο εναλλακτικές λύσεις του σύγχρονου καπιταλισμού. Ο Ολλανδός καθηγητής Michael R. Kratke στο άρθρο του Καπιταλισμός και διαφθορά. Για την πολιτική οικονομία της απάτης, γράφει: «στο σύγχρονο καπιταλισμό ανήκει η καθημερινή διαφθορά, η συστηματική εξαπάτηση, όπως και η διεθνώς οργανωμένη παρανομία και ο “crony capitalism”, ο “καπιταλισμός των βρώμικων χεριών” . Οι φίλοι της “καθαρής θεωρίας” πιθανόν να δυσανασχετούν, όμως η κριτική της πολιτικής οικονομίας δεν μπορεί να μην ασκήσει κριτική στη απάτη και στη “μαύρη οικονομία”.». Διάπλους, τεύχος 20, Ιούνιος – Ιούλιος 2007, σελ 24.
16. Όπ. π. σελ 240 - 241
17. Όπ. π. σελ. 246

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου