Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Αυγή 10/7/2007. Δημοσιεύτηκε στη σελίδα "λόγος εν προόδω". Σελίδες από βιβλία που τώρα γράφονται.

Εκτιμώ ότι στους κύκλους των ανθρώπων που ασχολούνται με την τέχνη (δημιουργούς και θεωρητικούς της τέχνης) είναι διάχυτη η άποψη ότι η τέχνη λειτουργεί ουσιαστικά κοινωνικά εφόσον λειτουργεί ανεξάρτητα από την πολιτική ή και ενάντια στην πολιτική. Η θέση αυτή δεν αποκλείει, σε κάθε περίπτωση, τη λειτουργική σχέση τέχνης και πολιτικής. Βέβαια, μια τέτοια σχέση είναι λειτουργική εφόσον είναι αμφίδρομη και εφόσον περιέχει το κριτικό στοιχείο της τέχνης προς την πολιτική, καθώς και τη διασφάλιση της ελευθερίας και αυτονομίας του καλλιτέχνη από την πολιτική. Αυτό το είδος της σχέσης τέχνης και πολιτικής προϋποθέτει ένα δημοκρατικό πολίτευμα το οποίο τηρεί τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στην εποχή μας αυτή η συνθήκη συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την αυτόνομη ουσιαστική και καθολική κοινωνική λειτουργία της τέχνης. Προσθέτοντας σε αυτή τη θέση την εμπειρικά βεβαιωμένη αλήθεια ότι η καθολική κοινωνική λειτουργία της τέχνης προϋποθέτει την καθολική παιδεία του λαού, με την καλλιτεχνική και αισθητική καλλιέργεια ως οργανικό στοιχείο της, αλλά και την εξασφάλιση των βασικών προϋποθέσεων για έναν αξιοπρεπή τρόπο ζωής των ανθρώπων. Με αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί να υπάρξει μια αμφίδρομη σχέση τέχνης και πολιτικής, πολιτικής και τέχνης – με την διασφάλιση, σε κάθε περίπτωση, της αυτονομίας της τέχνης.
Μπορεί, βέβαια, να υπάρξει και σχέση τέχνης και πολιτικής σε μη δημοκρατικό καθεστώς όπου η πολιτική έχει τον αποφασιστικό ρόλο σε ότι αφορά τον κοινωνικό ρόλο, το εύρος και την διάδοση του έργου της τέχνης, με τίμημα τον περιορισμό ή και την κατάργηση της αυτονομίας της τέχνης, με αρνητικές προεκτάσεις για την λειτουργία της ως η αυτοσυνείδηση της κοινωνίας, της ανθρωπότητας. Αυτό είναι ανάλογο με τους κοινωνικούς και πολιτιστικούς- πολιτισμικούς στόχους της πολιτικής, καθώς και με την αισθητική καλλιέργεια και την ευρύτερη παιδεία των λειτουργών της πολιτικής.
Από θέσεις αρχής η φιλοσοφία απορρίπτει την προσαρμογή της τέχνης στην πολιτική, απορρίπτει την άποψη που θέλει την τέχνη να λειτουργεί ως ιμάντης των σκοπών της πολιτικής ......
Σε κάθε περίπτωση ο κοινωνικός ρόλος της τέχνης συναρτάται με την ικανότητά της να κρίνει με τα δικά της μέσα την κοινωνία και τον άνθρωπο με αναφορά στις σταθερές αξίες της ζωής. Και σταθερή αξία για την τέχνη και για τον άνθρωπο, οριζόμενο με τους όρους της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας και της ηθικής είναι η αρχή της ελευθερίας και του ανθρωπισμού, με τις διάφορες μορφές έκφρασής του, που στοχεύει στον άνθρωπο με αυτόνομη κριτική σκέψη και στάση απέναντι στην κοινωνική αδικία, τη βαρβαρότητα , την αλλοτρίωση, με όποια μορφή και αν εκφράζεται αυτή. Σε σχέση με αυτό θα πρέπει να τονιστεί σε αυτή την αντίληψη ο αποφετιχιστικός, απομυθοποιητικός, χειραφετητικός ρόλος της τέχνης. που πραγματοποιείται όταν η τέχνη αφαιρεί τις μάσκες που, σε μια αλλοτριωμένη κοινωνία, είναι συνυφασμένες με τη ζωή των ανθρώπων. οι οποίες, παρόλα αυτά, είναι παραμορφωτικά προσωπεία. Μόνον τότε μπορεί η τέχνη να εκφράσει την πραγματική της ουσία, που, σύμφωνα με τον Λούκατς, αποτελεί τη βάση και την ενιαία αρχή της ύπαρξής της, αλλά και απαραίτητο όργανο οικείωσης με τον κόσμο και αλλαγής του κόσμου (η έμφαση από μένα – Θ.Β.) Είναι ένα όργανο με τη βοήθεια του οποίου το άτομο αξιοποιώντας την αδρανοποιημένη μέσα του ανθρωπιά μπορεί να βρει τρόπους συνάντησής του (contaktus) με το ανθρώπινο είδος.
Η ουγγαρέζα καθηγήτρια Άντσελ Εύα αναφερόμενη στην άποψη του Λούκατς για την τέχνη γράφει : «η τέχνη δίνει έμφαση στο ποιοτικό στοιχείο κάθε ανθρώπινης στάσης. Εκφράζει ή την εξέγερση του ατόμου κατά της εποχής του ή τη μοναξιά του μέσα σε αυτή. Επομένως, το αισθητικό δεν μπορεί να απομονωθεί από το κοινωνικό, από την κοινωνική ζωή. Και δεν μπορεί να τεθεί η τέχνη στην υπηρεσία κάποιου συγκεκριμένου επικαιρικού σκοπού».
Σχετικά με την τελευταία πρόταση αξίζει, νομίζω εδώ ν αναφερθώ στην κριτική την οποία άσκησε ο Λούκατς στην τάση η οποία είχε αναγορεύσει σε δόγμα τη γνωστή δήλωση του Στάλιν ότι οι συγγραφείς πρέπει να γίνουν οι «μηχανικοί των ψυχών»....
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Λούκατς απόρριψε αυτή την άποψη και πρακτική η οποία, πέρα από το ότι αχρηστεύει το καθολικό έργο της τέχνης όσον αφορά την αισθητική αγωγή των ανθρώπων, καθιστά αδύνατη τη δημιουργία «αληθινού», όπως συνήθιζε να λεει καλλιτεχνικού έργου, χωρίς ωστόσο να αποκλείει τη δυνατότητα καλλιτέχνες που δημιουργούν με αναφορά και στην κοινωνική ή και στην πολιτική επικαιρότητα να παράγουν αληθινά αυθεντικό καλλιτεχνικό έργο, χωρίς, ωστόσο ποτέ να θέτουν την τέχνη τους στην υπηρεσία της πολιτικής. Έτσι, μιλώντας για τους καλλιτέχνες που λειτουργούν με αναφορά και στην επικαιρότητα και την ταξικότητα (χωρίς αυτό να το θεωρεί ως τυπικό για την δική του Αισθητική αντίληψη), γράφει ότι και από αυτή τη στάση μπορούν «να γεννηθούν αισθητικά σημαντικά έργα – ας σκεφτούμε, γράφει ο Λούκατς, τον Μπέρτολντ Μπρεχτ».
Ο Λούκατς τονίζει ότι αξίωμα του Μπρεχτ ήταν, απευθυνόμενος με το έργο του στον (ενεργό) θεατή, στον κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο, η προτροπή : «Άλλαξε τη ζωή σου!».. Αυτό το αξίωμα, αυτή την επιδίωξη, πίστευε ο Μπρεχτ ότι πρέπει να υπηρετεί η τέχνη, που βέβαια η λειτουργία της είναι αδιανόητη χωρίς την ανάπτυξη του κριτικού πνεύματος απέναντι στην πραγματικότητα. και στις πρακτικές που αλλοτριώνουν τον άνθρωπο. Στο πνεύμα αυτό εφάρμοζε ο Μπρεχτ και την «καθαρτική» ρήση του «γνώθι σ αυτόν», που χαρακτηρίζει, λέει ο Λούκατς στην «Αισθητική» του, όλους τους ποιητές και συγγραφείς «από τον Όμηρο ως τον Γκόρκι», που ξεκινούν πάντα από τους συγκεκριμένους ανθρώπους, από τις συγκεκριμένες ανθρώπινες σχέσεις, ,επισημαίνοντας ότι η θεωρία και η πρακτική του «μηχανικού των ψυχών»» ξέκοψε από αυτή την παράδοση.
Στο σημείο αυτό κρίνω ότι είναι απαραίτητη η ανασκευή του ισχυρισμού περί του θεωρητικού δογματισμού του Λούκατς που καθιστά αφερέγγυα την Αισθητική του (Βασίλης Φίλιας) καθώς και τον ισχυρισμό ότι οι απόψεις του για τη «μαρξιστική αισθητική» είναι ίδιες με κείνες του Ζντάνοφ, οι οποίες απεικόνιζαν το πνεύμα και τις θέσεις του Στάλιν για το ρόλο της λογοτεχνίας, της τέχνης στο σοσιαλισμό (άποψη την οποία υποστήριξε με σθένος ο Ροζέ Γκαροντί).
Πρόκειται για ισχυρισμό στην καρδιά του οποίου είναι η σχέση τέχνης και πολιτικής, πολιτικής και τέχνης με αναφορά στην μαρξιστική αντίληψη για την τέχνη, , που και σήμερα μετά την κατάργηση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, εξακολουθεί να απασχολεί μελετητές και δημιουργούς της τέχνης. Αυτό κυρίως οφείλεται στο ενδιαφέρον που εξακολουθεί να παρουσιάζει το έργο του Λούκατς στα θέματα της θεωρίας της τέχνης και της αισθητικής, καθώς επίσης και το έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που η παρουσία του είναι τόσο έντονη και σήμερα, σε πολλές χώρες της; Ευρώπης. Οι διαφορετικές απόψεις τους για την τέχνη δεν έχουν πάψει να ενδιαφέρουν μελετητές της και δημιουργούς. Οι αναφορές στις διαφορετικές απόψεις τους άμεσα ή έμμεσα, ρητά ή άρρητα έχουν να κάνουν και με τον τρόπο που ο καθένας ερμηνεύει το σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Το θέμα εξακολουθεί να είναι αντικείμενο συζητήσεων, πολύ λιγότερο βέβαια σήμερα, απ ότι παλιότερα, κυρίως στη δεκαετία του 1930 και του 1960, και επειδή οι κρίσιμες συζητήσεις της δεκαετίας του 1930, αλλά και της δεκαετίας του 1960 (και μετά) άμεσα ή έμμεσα έθιγαν (και θίγουν) το θέμα του ρεαλισμού, που βέβαια εξακολουθεί να διατηρεί την αίγλη του, ακόμα και στους σημερινούς «μοντέρνους καιρούς».
Ας επιχειρήσουμε λοιπόν να δούμε το θέμα αυτό, με αναφορά στις απόψεις του Λούκατς , αλλά και του Μπρεχτ, αυτών των δυο κορυφαίων εκπροσώπων της μαρξιστικής αισθητικής, οι οποίοι στην εξέλιξή τους λειτούργησαν συμπληρωματικά, και όχι αντιπαραθετικά σε όλο το φάσμα της θεωρίας της τέχνης και της αισθητικής. Αυτό προκύπτει από την τεκμηρίωση των μελετών που στηρίζουν αυτή την άποψη, αλλά και από τη μελέτη του ίδιου του έργου τους προσεγγιζόμενο και κρινόμενο μέσα από την οπτική της εξέλιξης των απόψεών τους.

Πράγμα, που σημαίνει ότι οι συγκλίσεις δεν καταργούν τις υφιστάμενες διαφορές τους, οι οποίες εξακολουθούν να έχουν το δικό τους ενδιαφέρον όχι μόνο για τους φιλοσόφους και τους μελετητές της τέχνης και της αισθητικής, αλλά και τους δημιουργούς. Και θα ήταν προς ζημία της έρευνας, αλλά και της ίδιας της καλλιτεχνικής δημιουργίας, η εξομοίωσή τους, όπως και η μονομερής τονισμός των διαφορών τους, οι οποίες εμφανιζόμενες μέσα από το πρίσμα μιας κάθετης αντιπαλότητας καθιστούν αδύνατη τη νηφάλια αντικειμενική κρίση, καθιστώντας αδύνατη και την κριτική θεώρηση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου